Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χαστουκίζω
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χαστουκίζω [xastukízo] -ομαι Ρ2.1 : δίνω χαστούκι ή χαστούκια· μπατσί ζω, σκαμπιλίζω.

[χαστούκ(ι) -ίζω]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες