Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χαρτοπαιξία η [xartopeksía] Ο25 : συστηματικό παίξιμο χαρτιών: Tον κυρίεψε το πάθος της χαρτοπαιξίας.
[λόγ. χαρτοπαίκ(της) -σία μτφρδ. αγγλ. card-playing]