Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χάντικαπ το [xándikap] Ο (άκλ.) : μειονέκτημα που παρουσιάζει ο ένας από τους συμμετέχοντες σε έναν αθλητικό αγώνα και με επέκταση, σε οποιοδήποτε ανταγωνισμό: Kαλύπτω το ~, καλύπτω τη διαφορά.
[λόγ. < αγγλ. handicap]