Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φόρτωση η [fórtosi] Ο33 : η ενέργεια του φορτώνω1. ANT εκφόρτωση: H ~ των εμπορευμάτων στο πλοίο. H ~ του πλοίου με εμπορεύματα.
[λόγ. < μσν. φόρτωσις < φορτω- (δες φορτώνω) -σις > -ση]