Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φωτόμετρο το [fotómetro] Ο42 : όργανο που χρησιμοποιείται για να μετριέται η ένταση μιας φωτεινής πηγής. || (φωτογρ.) όργανο που καθορίζει το χρόνο έκθεσης του φιλμ στο φως κατά τη λήψη μιας φωτογραφίας.
[λόγ. < γαλλ. photomètre < photo- = φωτο- 1 + -mètre = -μετρο]