Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φωτοτυπία η [fototipía] Ο25 : 1. φωτομηχανική μέθοδος εκτύπωσης και πολλαπλασιασμού κειμένων, εικόνων,σχεδίων κτλ. 2. φωτοαντίγραφο: Bγάζω / κάνω φωτοτυπίες.
[λόγ. < γαλλ. phototypie < photo- = φωτο- 2 + typ(e) = τύπ(ος) -ie = -ία]