Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φωτοβολίδα η [fotovolíδa] Ο26 : είδος βλήματος (που εκτοξεύεται συνήθ. από ειδικό πιστόλι) που εκπέμπει ισχυρό φως και χρησιμοποιείται για να φωτίσει προς στιγμή μια περιοχή ή ως συνθηματικό σημείο: Ρίχτηκε μια κόκκινη / πράσινη / λευκή ~.
[λόγ. φωτο- 1 + βολίς > βολίδα]