Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φτάσιμο το [ftásimo] Ο50 : η άφιξη, ο ερχομός, η κατάληξη κάποιου προσώπου ή πράγματος σε κάποιο σημείο, τόπο, κατάσταση κτλ.
[φτασ- (φτάνω) -ιμο]