Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φορομπήχτης ο [forobíxtis] Ο10 : (προφ., για κυβερνώντες) αυτός που επιβάλλει πολύ βαρείς φόρους στο λαό: Ο λαός θα καταψηφίσει τους φορο μπήχτες.
[φόρ(ος) -ο- + μπηκ- (μπήγω) -της με ανομ. τρόπου άρθρ. [kt > xt] ]