Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φλεγματικός -ή -ό [fleγmatikós] Ε1 : που δεν αντιδρά συγκινησιακά, συναισθηματικά απέναντι σε γεγονότα ή σε καταστάσεις, που είναι ή που μένει ψύχραιμος, απαθής: Οι Bρετανοί θεωρούνται ~ λαός. || (ως ουσ.): Ο ~ είναι ο αντίποδας του νευρικού.
φλεγματικά ΕΠIΡΡ. [λόγ. < αρχ. φλεγματικός `που έχει πολύ φλέγμα 2΄ σημδ. αγγλ. phlegmatic (δες φλέγμα 1)]