Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φιλοχρήματος -η -ο [filoxrímatos] Ε5 : που αγαπάει υπερβολικά το χρήμα, που δίνει μεγάλη σημασία στην απόκτησή του· παραδόπιστος.
[λόγ. < αρχ. φιλοχρήματος]