Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φιλοπόλεμος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φιλοπόλεμος -η -ο [filopólemos] Ε5 : που αγαπάει τον πόλεμο, που επιλέγει την (πολεμική) σύγκρουση ως μέσο επίλυσης διαφορών (κυρ. μεταξύ κρατών) και επικράτησης. ANT φιλειρηνικός: Φιλοπόλεμες φυλές Iνδιάνων. H φιλοπόλεμη πολιτική της χιτλερικής Γερμανίας. || (ως ουσ.) ο φιλοπόλεμος.

[λόγ. < αρχ. φιλοπόλεμος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες