Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φιλοπερίεργος -η -ο [filoperíerγos] Ε5 : (λόγ.) που είναι υπερβολικά περίεργος, που φτάνει ως την αδιακρισία (ιδ. σε σχέση με τη ζωή και τις υποθέσεις των άλλων).
[λόγ. φιλο- + περίεργος]