Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φιλισταίος ο [filistéos] Ο18 : χαρακτηρισμός για άτομο στενών αντιλήψεων, με μικρόψυχη, εγωιστική και υποκριτική συμπεριφορά.
[λόγ. εν. < ελνστ. Φιλισταῖοι, Φιλιστιαῖοι, Φυλιστιαῖοι (από τα εβρ.) λαός εχθρικός προς τους Εβραίους, σημδ. γερμ. Ρhilister & μέσω του γαλλ. philistin < υστλατ. Ρhilistinus < ελνστ. Φιλισταῖοι]