Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φιλανθρωπικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φιλανθρωπικός -ή -ό [filanθropikós] Ε1 : που ανήκει ή αναφέρεται στη φιλανθρωπία, που αποσκοπεί σε αυτήν: Φιλανθρωπικό ίδρυμα. ~ έρανος. Εκδήλωση για φιλανθρωπικούς σκοπούς. φιλανθρωπικά ΕΠIΡΡ.

[λόγ. < γαλλ. philanthropique < philanthrop(e) < αρχ. φιλάνθρωπ(ος) -ique = -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες