Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φερεγγυότητα η [ferengiótita] Ο28 : η ιδιότητα του φερέγγυου, αξιοπιστία. ANT αφερεγγυότητα, αναξιοπιστία: H ~ της χώρας μας αυξάνει τη δανειοληπτική της ικανότητα.
[λόγ. φερέγγυ(ος) -ότης > -ότητα]