Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φεουδαρχισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φεουδαρχισμός ο [feuδarxizmós] Ο17 : η φεουδαρχία.

[λόγ. φεουδαρ χ(ία) -ισμός μτφρδ. ιταλ. feudalesimo, feudalismo]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες