Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φαστφούντ
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φαστφούντ το [fást fúd] Ο (άκλ.) : περιορισμένος αριθμός τυποποιημένων φαγητών που παρασκευάζονται και σερβίρονται γρήγορα. || (επέκτ.) κατά στημα που πουλά τέτοια φαγητά· φαστφουντάδικο.

[λόγ. < αγγλ. fast-food]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φαστφουντάδικο το [fastfudáδiko] Ο41 : είδος εστιατορίου που είναι ειδικευμένο στη γρήγορη παρασκευή και στο σερβίρισμα περιορισμένου αριθμού τυποποιημένων φαγητών: Ο γρήγορος ρυθμός της ζωής οδηγεί όλο και περισσότερο κόσμο στα φαστφουντάδικα.

[φαστφούντ -άδικο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες