Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φασολάδα η [fasoláδa] Ο26 : (μαγειρ.) φαγητό (σούπα) που παρασκευάζεται με ξερά φασόλια: H ~ θεωρείται το εθνικό φαγητό των Ελλήνων.
[φασόλ(ι) -άδα]