Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φασματοσκοπία η [fazmatoskopía] Ο25 : 1. η μελέτη του φάσματος. 2. κλάδος της φυσικής που ασχολείται με την παραγωγή, την παρατήρηση, την καταγραφή και την ερμηνεία των φασμάτων.
[λόγ. φασματ- (φάσμα) -ο- + -σκοπία μτφρδ. γαλλ. spectroscopie]