Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φαρμακογνωσία η [farmakoγnosía] Ο25 : κλάδος της φαρμακευτικής που μελετάει τις ιδιότητες των φαρμακευτικών ουσιών: Δημιουργήθηκε έδρα φαρμακογνωσίας στο Πανεπιστήμιο. || το αντίστοιχο πανεπιστημιακό μάθημα και το βιβλίο.
[λόγ. φαρμακο- 1 + -γνωσία]