Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φαρέτρα η [farétra] Ο25 : θήκη για την τοποθέτηση των βελών του τόξου: Έβγαλε ένα βέλος από τη ~ και το τοποθέτησε στο τόξο. || (μτφ.): Δεν έχω εξαντλήσει ακόμη τα βέλη που έχω στη ~ μου, δεν έχω χρησιμοποιήσει το σύνολο των επιχειρημάτων που διαθέτω.
[λόγ. < αρχ. φαρέτρα]