Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φαινότυπος ο [fenótipos] Ο20α : (βιολ.) το σύνολο των εμφανών ιδιοτήτων ενός οργανισμού, που είναι συνάρτηση των ιδιαίτερων συνθηκών ανάπτυξης και του περιβάλλοντός του και που δεν είναι απαραίτητα κληρονομικές· (πρβ. γονότυπος): Mελέτη του φαινότυπου και του γονότυπου ενός οργανισμού.
[λόγ. < γερμ. Ρhänotyp(us) < αρχ. φαίν(ω) `δείχνω΄ -ο- + Typ(us) = τύπος]