Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φαγοκύτταρο το [faγokítaro] Ο42 : ζωντανό κύτταρο το οποίο κατατρώγει τα μικρόβια που εισδύουν στον οργανισμό.
[λόγ. < φαγ- (συνοπτ. θ. του τρώω) -ο- + κύτταρον μτφρδ. γαλλ. phagocyte < αρχ. φαγ- -ο- + cyte < αρχ. κύτος (σύγκρ. κυτο-)]