Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φάκα η [fáka] Ο25 : η ποντικοπαγίδα, ιδίως αυτή που μοιάζει με μικρό κλουβί, μέσα στο οποίο παγιδεύεται ζωντανό το ποντίκι. ΦΡ πιάστηκε (σαν τον ποντικό) στη ~: α. παγιδεύτηκε (χωρίς δυνατότητα διαφυγής). β. πιάστηκε επ΄ αυτοφώρω, αποκαλύφτηκε, ενώ σχεδίαζε ή πραγματοποιούσε κτ. κακό.
[τουρκ. fak -α θηλ. κατά το παγίδα]