Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υψίφωνος
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υψίφωνος ο [ipsífonos] Ο19 θηλ. υψίφωνος [ipsífonos] Ο36 : (μουσ.) αοιδός του λυρικού θεάτρου που έχει την υψηλότερη, την οξύτερη φωνή στη μουσική έκταση. || (ως επίθ.).

[λόγ. υψι- + φων(ή) -ος κατά το βαθύφωνος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες