Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υπόμνημα
5 εγγραφές [1 - 5]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπόμνημα το [ipómnima] Ο49 : α.έγγραφο στο οποίο εκτίθενται στοιχεία, απόψεις, προτάσεις κτλ. σχετικές με ένα θέμα: Yποβάλλω ~. β. (φιλολ.) σύντομος σχολιασμός της επιστημονικής έκδοσης ενός κειμένου: Ερμηνευτικό ~. Yπομνήματα στον Aριστοτέλη. Kριτικό ~, το τμήμα κριτικής έκδοσης ενός παλαιότερου κειμένου που περιέχει πληροφορίες για τις διαφορετικές γραφές που έχουν βρεθεί στα χειρόγραφα του κειμένου και για τις νεότερες επεμβάσεις ή διορθώσεις των μελετητών του. γ. (γενικότ.) σύνολο επεξηγηματικών πληροφοριών: Tο ~ ενός γεωγραφικού χάρτη.

[λόγ.: α: αρχ. ὑπόμνημα· β, γ: ελνστ. σημ.]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπομνηματίζω [ipomnimatízo] -ομαι Ρ2.1 : συνοδεύω την έκδοση ενός κειμένου με υπόμνημα: Yπομνηματισμένη έκδοση.

[λόγ. < ελνστ. ὑπομνηματίζομαι `συντάσσω υπόμνημα΄ ενεργ. κατά το γαλλ. commenter]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπομνηματικός -ή -ό [ipomnimatikós] Ε1 : που έχει σχέση με το υπόμνημα.

[λόγ. < ελνστ. ὑπομνηματικός]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπομνηματισμός ο [ipomnimatizmós] Ο17 : η ενέργεια του υπομνηματίζω.

[λόγ. < μσν. υπομνηματισμός (στη σημερ. σημ.) < ελνστ. ὑπομνηματισμός `υπόμνημα΄]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπομνηματιστής ο [ipomnimatistís] Ο7 : αυτός που υπομνηματίζει το έργο ενός παλαιότερου συγγραφέα.

[λόγ. < ελνστ. ὑπομνηματιστής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες