Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υποτονικός -ή -ό [ipotonikós] Ε1 : 1.(ιατρ.) που παρουσιάζει υποτονία. 2. (μτφ.) που χαρακτηρίζεται από χαλαρότητα, έλλειψη οποιασδήποτε έντασης, ζωηρότητας ή ενδιαφέροντος: Yποτονικές αντιδράσεις. Ο ποδοσφαιρικός αγώνας ήταν πολύ ~. Yποτονική διδασκαλία. Tο προεκλογικό κλίμα ήταν υποτονικό.
υποτονικά ΕΠIΡΡ: Στην προκλητικότητά του αντέδρασε πολύ ~. [λόγ. < διεθ. hypoton(ia) = υποτον(ία) -ic = -ικός]