Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υποτακτική η [ipotaktikí] Ο29 : (γραμμ.) μία από τις εγκλίσεις του ρήματος η οποία φανερώνει κυρίως επιθυμία ή προσδοκία: ~ ενεστώτα / αορίστου.
[λόγ. < ελνστ. ὑποτακτική]