Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υπολοχαγός ο [ipoloxaγós] Ο17 : (στρατ.) βαθμός κατώτερου αξιωματικού του στρατού ξηράς, ανώτερος από τον ανθυπολοχαγό και κατώτερος από το λοχαγό.
[λόγ. < αρχ. ὑπολοχαγός `βοηθός του λοχαγού΄ (δες λ.)]