Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υποδαυλίζω [ipoδavlízo] -ομαι Ρ2.1 : ενισχύω εντέχνως πάθη, μίση ή ανατρεπτικές καταστάσεις.
[λόγ. υπο- δαυλ(ός) -ίζω απόδ. γαλλ. attiser]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[λόγ. υπο- δαυλ(ός) -ίζω απόδ. γαλλ. attiser]
© 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |