Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υπογεγραμμένη η [ipojeγraméni] Ο30 γεν. πληθ. υπογεγραμμένων : (γραμμ.) σημείο του γραπτού λόγου που έμπαινε παλαιότερα κάτω από το α, η, ω, και αντιστοιχούσε στο ι των καταχρηστικών διφθόγγων της αρχαίας ελληνικής.
[λόγ. ουσιαστικοπ. θηλ. μππ. (ενν. κεραία) < αρχ. ὑπογράφω `γράφω από κάτω΄ μτφρδ. νλατ. iota subscriptum (σύγκρ. προσγεγραμμένος, διαφ. το συγγ. αρχ. ὑπογεγραμμένη `βάψιμο κάτω από τα μάτια΄)]