Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υπερένταση η [iperéndasi] Ο33 : κατάσταση μεγάλης έντασης του νευρικού συστήματος: Είμαι / βρίσκομαι σε ~. Ήμασταν σε ~ από την αναμονή. Mια μέρα γεμάτη ~.
[λόγ. υπερ- + έντα(σις) -ση]