Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υπέδαφος το [ipéδafos] Ο47 : τμήμα του στερεού φλοιού της γης που βρίσκεται κάτω από το έδαφος: ~ πλούσιο σε μεταλλεύματα.
[λόγ. υπ(ο)- έδαφος μτφρδ. γαλλ. sous-sol]