Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υιοθέτηση η [ioθétisi] Ο33 : η ενέργεια του υιοθετώ, συνήθ. σε μτφ. χρήση, η αποδοχή, έγκριση και εφαρμογή μιας ξένης ιδέας, πρότασης, ενέργειας κτλ.
[λόγ. < μσν. υιοθέτησις `υιοθεσία΄ < υιοθετη- (υιοθετώ) -σις > -ση και κατά τη σημ. της λ. υιοθετώ2]