Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υδροστατικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υδροστατικός -ή -ό [iδrostatikós] Ε1 : που έχει σχέση με την υδροστατική: Nόμοι της υδροστατικής πίεσης. Yδροστατική στάθμη.

[λόγ. υδροστατ(ική) -ικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες