Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υδροθεραπευτικός -ή -ό [iδroθerapeftikós] Ε1 : που αναφέρεται στην υδροθεραπεία: Yδροθεραπευτική μέθοδος.
[λόγ. υδρο- + θεραπευτικός μτφρδ. γαλλ. hydrothérapique (hydro- = υδρο-, thérapique < thérapie = θεραπεία)]