Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υδραργυρούχος -ος -α -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υδραργυρούχος -ος / -α -ο [iδrarjirúxos] Ε14 : που περιέχει υδράργυρο.

[λόγ. υδράργυρ(ος) + -ούχος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες