Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τυροκομία η [tirokomía] Ο25 : α. η τέχνη της παρασκευής τυριού. β. η οργανωμένη παρασκευή τυριού σε βιομηχανία ή βιοτεχνία.
[λόγ. τυροκόμ(ος) -ία]