Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τυραννοκτόνος ο [tiranoktónos] Ο18 : αυτός που σκότωσε τύραννο: Οι τυραννοκτόνοι Aρμόδιος και Aριστογείτων τιμήθηκαν στην αρχαία Aθήνα με χάλκινους ανδριάντες.
[λόγ. < ελνστ. τυραννοκτόνος]