Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τσουλήθρα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τσουλήθρα η [tsulíθra] Ο25 : κατασκευή για παιχνίδι υπαίθριου χώρου, που αποτελείται από μία επικλινή και λεία επιφάνεια που στην κορυφή της ανεβαίνουν με σκαλίτσα, και από όπου τα παιδιά καθιστά γλιστρούν προς τα κάτω: H παιδική χαρά έχει κούνιες, τραμπάλες και τσουλήθρες. || Kάνω ~, παίζω γλιστρώντας στην τσουλήθρα ή σε άλλη επικλινή επιφάνεια ή κατασκευή.

[τσουλ(ώ) -ήθρα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες