Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τσαγκάρικο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τσαγκάρικο το [tsaŋgáriko] Ο41 : το εργαστήριο του τσαγκάρη· τσαγκαράδικο, υποδηματοποιείο.

[τσαγκάρ(ης) -ικο]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες