Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τσαγιέρα η [tsajéra] Ο25α : δοχείο με στόμιο στο επάνω μέρος: α. από προσελάνη, για να ετοιμάζουν και να σερβίρουν το τσάι. β. από μέταλλο, για να ζεσταίνουν νερό στη σόμπα, στο τζάκι κτλ.
[τσαγ- (τσάι) -ιέρα]