Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τραυλισμός
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τραυλισμός ο [travlizmós] Ο17 : διαταραχή του λόγου, που χαρακτηρίζεται από σπασμωδική επανάληψη της πρώτης συνήθ. συλλαβής μιας φράσης, από παράταση της χρονικής διάρκειας στην εκφορά μιας συλλαβής ή γενικά από αδυναμία στο ξεκίνημα της άρθρωσης ορισμένων λέξεων ή συμφώνων.

[λόγ. < ελνστ. τραυλισμός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες