Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τρίχρωμος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τρίχρωμος -η -ο [tríxromos] Ε5 : που έχει τρία χρώματα: Tρίχρωμη εικόνα. Tο εξώφυλλο του βιβλίου είναι τρίχρωμο.

[λόγ. < ελνστ. τρίχρωμος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες