Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τοξοειδής -ής -ές
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τοξοειδής -ής -ές [toksoiδís] Ε10 : που έχει σχήμα τόξου· τοξωτός: Tοξοειδές παράθυρο / άνοιγμα.

[λόγ. < ελνστ. τοξοειδής]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go