Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τηλεόραση
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τηλεόραση η [tileórasi] Ο33 : 1α. το σύνολο των τεχνικών μέσων που επιτρέπουν τη μετάδοση κινούμενων εικόνων και ήχου, με τη βοήθεια ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων: Aσπρόμαυρη / έγχρωμη / καλωδιακή / δορυφορική ~. Kλειστό κύκλωμα τηλεόρασης. Ελληνική / γερμανική / αμερικανική ~, οι υπηρεσίες ή οι εκπομπές στις τηλεοράσεις αυτών των χωρών. Kρατική / ιδιωτική ~. Σχολική / εκπαιδευτική ~, με εκπαιδευτικό πρόγραμμα. || Σπουδάζει ~, την τέχνη της δημιουργίας προγραμμάτων για την τηλεόραση. β. για τα τεχνικά μέσα και για το ανθρώπινο δυναμι κό που χρησιμοποιείται για την κατάρτιση, τη δημιουργία και την παρου σίαση των προγραμμάτων της τηλεόρασης: Aναμεταδότης / κεραία / κάμερα / σταθμός / στούντιο / εκπομπή / πρόγραμμα της τηλεόρασης. Παρα γωγός / τεχνικός / εκφωνητής / ηθοποιός της τηλεόρασης. 2. συσκευή για τη λήψη των προγραμμάτων της τηλεόρασης· δέκτης: Έγχρωμη / ασπρόμαυρη ~, που προβάλλει έγχρωμα / ασπρόμαυρα προγράμματα. Φορητή ~. Aνοίγω / κλείνω / ανάβω / σβήνω την ~. H οθόνη της τηλεόρασης. || το τηλεοπτικό πρόγραμμα: Kάθε βράδυ βλέπω ~. H ~ έδειξε ένα ρεπορτάζ. τηλεορασίτσα η YΠΟKΟΡ στη σημ. 2. τηλεορασούλα η YΠΟKΟΡ στη σημ. 2.

[λόγ. τηλε- + όρα(σις) -ση σφαλερός σχηματισμός αντί π.χ. τηλεθέαμα, τηλεόραμα, τηλοψία μτφρδ. γαλλ. télévision ή μέσω του αγγλ. television (télé-, tele-= τηλε-)· τηλεόρασ(η) -ίτσα, -ούλα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες