Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τηλεγραφώ [tileγrafó] -είται Ρ10.9 : στέλνω ένα μήνυμα με τηλεγράφημα: Mου τηλεγράφησε ότι θα έρθει. Tου τηλεγράφησα τα συγχαρητήριά μου.
[λόγ. τηλέ(γραφος) 1 -γραφώ μτφρδ. γαλλ. télégraphier < télégraphe = τηλέγραφος]