Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τζόκερ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τζόκερ ο [dzóker] & τζόκερ το [dzóker] Ο (άκλ.) : το ένα από τα δύο τραπουλόχαρτα που έχουν τη φιγούρα ενός παλιάτσου και που χρησιμοποιούνται ως μπαλαντέρ σε ορισμένα παιχνίδια· τζόκεϊ 2.

[λόγ. < αγγλ. joker]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες