Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τερτσέτο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τερτσέτο το [tertséto] Ο39 : (μουσ.) μικρό μουσικό κομμάτι για τρία όργανα ή για τρεις φωνές· τρίο.

[ιταλ. terzetto]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες